30 Απρ 2009

Artist : Moebius - Jean Giraud

Ο Jean Giraud απολαμβάνει μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ζωές στην ιστορία των κόμικς, βιώνοντας δύο εκπληκτικές παράλληλες προσωπικότητες. Υπογράφοντας με το πραγματικό του όνομα, είναι ο σχεδιαστής της θρυλικής σειράς γουέστερν κόμικς Blueberry, ενώ υπογράφοντας με το ψευδώνυμο Moebius, κατατάσσεται στους πιο καινοτόμους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα.

Από Moebius

Ο Giraud ξεκίνησε να σχεδιάζει τα πρώτα του κόμικς με σημείο αναφοράς την Άγρια Δύση (Frank et Jérémie, Sitting-Bull, Fripounet et Marisette, Âmes Vaillantes και Coeurs Vaillants) στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στην Αλγερία, όπου και συμμετείχε στο στρατιωτικό περιοδικό '5/5 Forces Françaises'. Όταν επέστρεψε, έμαθε αρκετά από τα μυστικά του επαγγέλματος από τον Jijé, με τον οποίο συνεργάστηκε ως βοηθός για το 'La route de Coronado', ένα επεισόδιο της γουέστερν σειράς κόμικς 'Jerry Spring' για λογαριασμό του περιοδικού Spirou. Επίσης συνεργάστηκε με τον Jean-Claude Mézières στο 'L'Histoire des Civilisations' για λογαριασμό της εταιρείας Hachette, την περίοδο 1961-62.

Από Moebius

Όταν ο Jean-Michel Charlier πρότεινε στον Jijé ένα σενάριο για μια νέα σειρά γουέστερν κόμικς, ο Jijé πρότεινε τον Giraud ως καταλληλότερο καλλιτέχνη και έτσι γεννήθηκε ο 'Blueberry'. Η πρώτη ιστορία της σειράς, με τίτλο 'Fort Navajo', έκανε την εμφάνισή της το 1963 στο περιοδικό Pilote. Το 'Blueberry' έγινε σύντομα ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών κόμικς. Τα επόμενα χρόνια πολλά νέα κεφάλαια προστέθηκαν στην σειρά, χωρίς όμως πάντα τη συμμετοχή του Giraud.

Από Moebius

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Giraud άρχισε να διαμορφώνει μια δεύτερη, πιο πειραματική καλλιτεχνική προσωπικότητα, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Moebius. Παράλληλα συνέχισε να υπογράφει με το πραγματικό του όνομα τη δουλειά του για τις συνέχειες του Blueberry, καθώς και για το νέο χαρακτήρα 'Jim Cutlass', που δημιούργησε μαζί με τον Charlier για λογαριασμό του περιοδικού Pilote το 1976.

Από Moebius

Ο Giraud χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το Moebius το 1963 για μια σειρά μικρών ιστοριών που εκδίδονταν από το περιοδικό Hara-Kiri. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Moebius έγινε παγκοσμίως γνωστός χάρη στην ξεχωριστή καλλιτεχνική του τεχνοτροπία και τη δουλειά του πάνω στην επιστημονική φαντασία και το ερωτικό στοιχείο. Έχει κερδίσει ευρεία εκτίμηση και θαυμασμό χάρη τόσο στις συνεργασίες του με τον Alejandro Jodorowsky, όσο και στις πολυάριθμες συμμετοχές του στο περιοδικό Métal Hurlant. Στη συνέχεια, ο Moebius συμμετείχε στο L'Écho des Savanes με το 'Cauchemar Blanc', στο Éditions du Fromage με το 'Le Bandard Fou', και στο Pilote με το 'L'Homme est-il Bon?'.

Από Moebius

Το 1975, μαζί με τους Jean-Pierre Dionnet, Philippe Druillet και Bernard Farkas, υπήρξε συνιδρυτής των εκδόσεων Les Humanoïdes Associés και του περιοδικού Métal Hurlant, το οποίο τελικά θα αποτελέσει έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορία των κόμικς. Από τότε ο Moebius και ο Jodorowsky χαρακτηρίστηκαν ως δάσκαλοι-αυθεντίες της επιστημονικής φαντασίας και κλήθηκαν έκτοτε να βοηθήσουν στη δημιουργία πολλών γνωστών ταινιών επιστημονικής φαντασίας, όπως το Dune, το Alien, το Masters of the Universe και το Tron.

Από Moebius

Ορισμένες από τις δουλειές του για το Métal Hurlant ήταν τα 'Le Garage Hermétique', 'The Long Tomorrow', 'Double Évasion' και 'Citadelle Aveugle'. Μαζί με τον Jodorowsky δημιούργησε τον φουτουριστικό ντετέκτιβ 'John Difool' το 1980. Ύστερα από την έκδοση έξι τόμων, ο Moebius παρέδωσε τη σκυτάλη του σχεδιασμού της σειράς αυτής στον μαθητή του, Zoran Janjetov.
Από το 1983. ο Moebius ασχολήθηκε ενεργά και με την εμπορική αξιοποίηση των έργων του. Υπήρξε συνιδρυτής της εταιρείας Aedena και εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στις ΗΠΑ, είδε το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς του να εκδίδεται από την Marvel και σχεδίασε μια ιστορία με τον 'Silver Surfer' σε σενάριο του Stan Lee.

Από Moebius

Το 1989 επέστρεψε στην Ευρώπη, όπου ξεκίνησε τη συνεργασία του με το περιοδικό À Suivre. Εκτός από τα σενάρια για το 'Jim Cutlass', τα οποία υπέγραφε με το πραγματικό του όνομα, άρχισε να δημιουργεί το 'Le Monde d'Edena', μια σειρά η αρχική ιδέα της οποίας προήλθε από το 'Sur l'Étoile', ένα ολιγοσέλιδο διαφημιστικό κόμικ της Citroen του 1963. Το 1992, συνεργάστηκε και πάλι με τον Jodorowsky για το graphic novel 'Le Coeur Couronné', το οποίο συνεχίστηκε στη σειρά 'La Folle du Sacré-Coeur'. Το 1994 ξεκίνησε μια νέα προσέγγιση του Little Nemo του Winsor McCay, σε σχέδιο του Bruno Marchand. Πραγματοποίησε συμμετοχές σε πολλά ομαδικά project και έγραψε το σενάριο του 'Icaro' για λογαριασμό του ιαπωνικού περιοδικού Morning, με σχεδιαστή τον Jiro Taniguchi.

Δείτε επίσης:
http://www.lambiek.net/artists/g/giraud.htm
http://www.fantasticfiction.co.uk/g/jean-giraud/
http://en.wikipedia.org/wiki/Jean_Giraud
http://www.bpib.com/illustrat/giraud.htm
http://www.comic-art.com/biographies/giraud.htm

Από Moebius
Από Moebius
Από Moebius
Από Moebius

7 Απρ 2009

Artist : Richard Corben

Ο Richard Corben γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1940 σε μία φάρμα στο Anderson, στο Missouri (ΗΠΑ) και το 1965 πήρε το πτυχίο του (Bachelor of Fine Arts) από το Kansas City Art Institute.
Ύστερα από μία μικρή θητεία στο επαγγελματικό animation, ο Corben άρχισε να σχεδιάζει underground κόμικς, ενώ ξεκίνησε να εκδίδει και μία ανθολογία κόμικς, την Fandagor, με έργα δικά του αλλά και άλλων καλλιτεχνών. Το 1970 άρχισε να σχεδιάζει ιστορίες τρόμου και επιστημονικής φαντασίας για την εταιρία Warren Publishing. Το 1975, οι Moebius, Druillet και Jean-Pierre Dionnet δημιούργησαν το περιοδικό Metal Hurlant στην Γαλλία και περιελάμβαναν συχνά σε αυτό κόμικς του Corben ενώ στη συνέχεια μεταπήδησε στην αμερικάνικη εκδοχή του περιοδικού, το Heavy Metal. Το 1976, μετέφερε μια μικρή ιστορία του Robert E.Howard σε κόμικς. Πρόκειται για το Bloodstar και η έκδοσή του είναι ίσως η πρώτη στον χώρο των κόμικς που χαρακτηρίστηκε ως graphic novel.

Από Richard Corben
Από Richard Corben
Από Richard Corben


Το Bloodstar εκδόθηκε αρχικά από την The Morning Star Press, σε περιορισμένο αριθμό υπογεγραμμένων αντιτύπων, με σκληρό εξώφυλλο, χωρίς να έχει προηγηθεί η τμηματική έκδοσή του σε οποιοδήποτε άλλο έντυπο. Στην έκδοση αυτή χαρακτηριστικά αναφαίρετε ότι "το Bloodstar είναι μια νέα, επαναστατική ιδέα, είναι ένα graphic novel, που συνδυάζει όλη τη φαντασία και την οπτική δυναμική των κόμικς με το πλούσιο περιεχόμενο των παραδοσιακών μυθιστορημάτων". Η εικονογράφηση αρχικά ήταν ασπρόμαυρη και επιχρωματίστηκε αργότερα από τους βοηθούς του Corben για να εκδοθεί σε συνέχειες από το περιοδικό Heavy Metal (τεύχη 45-52). Σε αντίθεση με το διήγημα του Howard, όπου η ιστορία εξελίσσεται λίγο μετά την πτώση της Ρώμης, ο Corben τοποθετεί την δράση στο μακρινό μέλλον, ύστερα από μια κοσμογονική καταστροφή που αφάνισε τον πολιτισμό και επανέφερε στην ανθρωπότητα τον φυλετικό τρόπο ζωής. Η υπόθεση ακολουθεί τον Bloodstar, ο οποίος, αν και θέλει να ζήσει μια ειρηνική και ήρεμη οικογενειακή ζωή, πρέπει να αντιμετωπίσει στρατούς βαρβάρων, τέρατα και τελικά την τρέλα και τα μάγια του μεγαλύτερου κινδύνου από όλους, του γνωστού ως Βασιλέα της Βόρειας Αβύσσου (the King of the Northern Abyss).


Από Richard Corben
Από Richard Corben
Από Richard Corben


Παράλληλα με τις υπόλοιπες δουλειές του για το Heavy Metal, συνέχισε να προσθέτει νέα κεφάλαια στο πιο γνωστό ίσως δημιούργημά του, το Den. Αρχή αυτού του «έπους» υπήρξε ένα μικρό animation με τίτλο Neverwhere και ένα κόμικς «μικρού μήκους» στο «εναλλακτικό» περιοδικό Grim Wit #2. Το Den είναι μια ιστορία φαντασίας γύρω από τις περιπέτειες ενός νεαρού λιποβαρή σπασίκλα ο οποίος ταξιδεύει-μεταφέρεται στο Neverwhere, ένα σύμπαν εμπνευσμένο από τη Cimmeria του Robert E.Howard, το Barsoom του Edgar Rice Burroughs και τις ιστορίες τρόμου του H.P.Lovecraft. Εκεί το μικρό αγόρι μετατρέπεται σε έναν εξαιρετικά «προικισμένο», μυώδη και γυμνό τύπο, ο οποίος ζει ερωτικές περιπέτειες μέσα σε έναν κόσμο γεμάτο από απίστευτους κινδύνους, απαίσια τέρατα και πληθωρικές, γυμνές γυναίκες που προσπαθούν παθιασμένα να τον «ρίξουν». Η ιστορία του Den μεταφέρθηκε συντομευμένη και στην ταινία κινουμένων σχεδίων Heavy Metal.


Από Richard Corben
Από Richard Corben
Από Richard Corben


Το 2000 συνεργάστηκε με τον Brian Azzarello για τέσσερα τεύχη του Hellblazer (147-150) τα οποία αργότερα κυκλοφόρησαν συγκεντρωμένα στον τόμο Hellblazer – Hard Time. Επίσης, μετέφερε σε κόμικς την ιστορία τρόμου The House on the Borderland του William Hope Hodgson για λογαριασμό της DC Comics και της Vertigo.
To 2001, συνεργάστηκε και πάλι με τον Azzarello για τα τέσσερα τεύχη του Startling Stories – Banner και τα πέντε τεύχη του Cage, για λογαριασμό της Marvel.
Το 2005 συνεργάστηκε με τους Steve Niles και Rob Zombie για το Bigfoot, ένα project της IDW Publishing. Η σειρά κράτησε για πέντε τεύχη και το σενάριο αναφέρεται σε ένα μικρό παιδί, που είδε με τα ίδια του τα μάτια τους γονείς του να σφαγιάζονται από τον Barefoot και επιστρέφει σε μεγαλύτερη ηλικία προκειμένου να πάρει εκδίκηση.
Το 2007 συμμετείχε σε δύο τεύχη της σειράς Ghost Rider της Marvel. Για την Marvel επίσης δημιουργεί την σειρά Haunt of Horror, με την πρώτη μίνι σειρά να βασίζεται σε ιστορίες του Edgar Allan Poe και τη δεύτερη σε έργα του H.P.Lovecraft.


Από Richard Corben
Από Richard Corben
Από Richard Corben
Από Richard Corben



See also http://www.corbenstudios.com/
See also http://en.wikipedia.org/wiki/Richard_Corben
See also http://www.popsyndicate.com/column/story/richard_corbens_bloodstar_a_look_back_at_the_first_graphic_novel

3 Απρ 2009

Artist : Winsor McCay

Ο Winsor McCay (1867-1934) γεννήθηκε στον Καναδά και μεγάλωσε στο Michigan. Το 1886 οι γονείς του τον έστειλαν στο Cleary's Business College του Ypsilanti στο Michigan προκειμένου να ακολουθήσει σταδιοδρομία ως επιχειρηματίας. Στο διάστημα κατά το οποίο βρισκόταν εκεί, εκπαιδεύτηκε καλλιτεχνικά από τον John Goodison του Michigan State Normal College (γνωστό σήμερα ως Eastern Michigan University). Εκείνος του εμφύσησε την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων τις προοπτικής, γνώση την οποία ο McCay χρησιμοποίησε εκτεταμένα στην μετέπειτα πορεία του. Επίσης ο Goodison, ως πρώην βαφέας γυαλιού, τον επηρέασε όσον αφορά την τολμηρή χρήση των χρωμάτων.
Ο McCay υπήρξε ιδιαίτερα δημιουργικός και παραγωγικός. Οι πρωτοποριακές του ταινίες κινουμένων σχεδίων ξεπερνούν κατά πολύ εκείνες των συγχρόνων του και εισάγουν τις τεχνικές που θα χρησιμοποιήσουν κατά τις επόμενες δεκαετίες ο Walt Disney και πολλοί άλλοι. Οι δύο πιο γνωστές δουλειές του είναι το comic strip “Little Nemo in Slumberland” (1905-1914) και η ταινία κινουμένων σχεδίων Gertie the Dinosaur (1914). Το έργο του έχει επηρεάσει πολλές γενιές δημιουργών όπως οι Moebius, Chris Ware, William Joyce, και Maurice Sendak.

Από Winsor McCay

Στις αρχές του 1904 πραγματοποίησε τρεις απόπειρες για κόμικ στριπ σε εφημερίδες, οι οποίες όμως σύντομα εγκαταλείφθηκαν (“Mr. Goodenough”, “Sister's Little Sister's Beau”, και “The Phurious Phinish of Phoolish Philipe Phunny Phrolics”). Η πρώτη του σημαντική δουλειά ήταν το Little Sammy Sneeze [1], με το Dream of the Rarebit Fiend [2] να ακολουθεί και να γνωρίζει τεράστια επιτυχία. Παράλληλα δημοσίευε τα The Story of Hungry Henrietta [3] και A Pilgrim's Progress [4].

[1] 24-7-1904 έως 9-12-1906
[2] 10-9-1904 έως 25-6-1911
[3] 8-1-1905 έως 16-7-1905
[4] 26-6-1905 έως 18-12-1910

Από Winsor McCay

Όλα αυτά τα στριπάκια βασίζονταν σε απλές και συγκεκριμένες φόρμες και το μόνο που χρειαζόταν κάθε φορά ήταν ένα καινούριο σκηνικό για να φτερνιστεί ο μικρός Sammy, ένας νέος εφιάλτης για να εξερευνηθεί ή μία νέα περίσταση για να αγνοήσουν οι γονείς της Henrietta τις πραγματικές τις ανάγκες. Αυτή η σταθερή προσέγγιση έδωσε τη δυνατότητα στον McCay να συγκεντρώσει όλη του τη δημιουργικότητα στην εικονογράφηση. Ακόμη και το σχήμα και το μέγεθος των καρέ παρέμενε συνήθως αμετάβλητο (με το Rarebit Fiend να είναι το πιο πειραματικό).
Έτσι, με τρία διαφορετικά κόμικ στριπ και πολλές γελοιογραφίες του να δημοσιεύονται παράλληλα σε δύο εφημερίδες, ο McCay ήταν έτοιμος για να δημιουργήσει το αριστούργημά του. Το Little Nemo in Slumberland ξεκίνησε να δημοσιεύεται στις 15 Οκτωβρίου του 1905. Στα 38 του χρόνια, ο McCay διένυε το απόγειο της καλλιτεχνικής του δεξιοτεχνίας και η εφημερίδα New York Herald είχε τους πιο ταλαντούχους και δημιουργικούς τεχνικούς έγχρωμης εκτύπωσης. Μαζί συνέθεταν τον φανταστικό κόσμο του Slumberland, ο οποίος με την πάροδο του χρόνου ξεπερνούσε σε μαγεία εκείνον του Οζ (του L.Frank Baum) και περιείχε περισσότερα θαύματα από τη Χώρα των Θαυμάτων (του Lewis Carroll).

Από Winsor McCay

Ο McCay, είναι ίσως ο πρώτος που τοποθέτησε την εξέλιξη της πλοκής των κόμικς του, σε μή-ρεαλιστικό περιβάλλον. Αν και τα όνειρα του Nemo εκτυλίσσονται συχνά μέσα σε φαινομενικά πραγματικές τοποθεσίες, όπως πόλεις και δάση, συνδυάζονται με φανταστικούς κατοίκους ή ανορθόδοξες προοπτικές (π.χ. ο Nemo περιδιαβαίνει μια πόλη και είναι ίσος σε ύψος με τα κτίρια σε αυτή). Πολλές από τις μικρές αυτές ιστορίες εκτυλίσσονται σε ένα από τα παλάτια του βασιλιά της Slumberland, τo οποίo ο McCay διακοσμεί πλουσιοπάροχα με στοιχεία νεοκλασικά και art nouveau. Τα σουρεαλιστικά στοιχεία των χώρων και των αντικειμένων, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικές λεπτομέρειες στην απεικόνιση, προσδίδουν μία αίσθηση ρεαλισμού σε μία ολότελα φανταστική σύνθεση.

Για περισσότερες πληροφορίες:
http://en.wikipedia.org/wiki/Winsor_McCay
http://www.bpib.com/illustrat/mccay.htm
http://www.cartoonistgroup.com/properties/daydream/about.php/
http://madinkbeard.com/blog/archives/winsor-mccays-little-nemo

Από Winsor McCay
Από Winsor McCay
Από Winsor McCay
Από Winsor McCay
Από Winsor McCay
Από Winsor McCay